Κτηριακές Εγκαταστάσεις Πολυτεχνικής Σχολής Πανεπιστημίου Κύπρου

Χ. Η. Χρυσάνθου & Συνεργάτες Αρχιτέκτονες
E. Papachristou Architects L.L.C.
Αναστάσιος Μ. Κωτσιόπουλος και Συνεργάτες Αρχιτέκτονες
(Α. Κωτσιόπουλος, Ε. Ζουμπουλίδου, Α. Πάνου)

 

Εισαγωγή
Ο χαρακτήρας ενός Πανεπιστημίου έχει διαφοροποιηθεί σήμερα σε σχέση με την κρατούσα άποψη της δεκαετίας του ’60. Η διαφοροποίηση αυτή έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι έχουμε μετακινηθεί από την κυριαρχία της ιδέας του campus – μηχανή στην αντίληψη ότι, ένα Πανεπιστήμιο είναι πρωτίστως ένα σύνολο αποκρυσταλλωμένων ως προς την δομή τους κτηρίων, ορισμένα από τα οποία οφείλουν να λειτουργούν και ως σημεία αναφοράς. Δεν υπάρχει επομένως αμφιβολία ότι σήμερα, στο αξιολογικό σύστημα που αφορά σε ένα πανεπιστημιακό κτήριο ή συγκρότημα κτηρίων, εξίσου σημαντικό ρόλο με τα λεγόμενα λειτουργικά ζητήματα παίζουν η μορφολογική ταυτότητα, η αναγνωρισιμότητα, οι χωρικές ποιότητες, η ενεργειακή συμπεριφορά και όλα τα άλλα εκείνα στοιχεία που μας έλκουν σε οποιοδήποτε σημαντικού μεγέθους αρχιτεκτόνημα δημόσιας χρήσης.

Γενικές αρχές
Η ιδιαιτερότητα του κτιριακού συγκροτήματος της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου με βάση το πρόγραμμά του, αποτελεί αφ’ ενός ένα σύνθετο συγκρότημα με ευδιάκριτα επαναλαμβανόμενα ως προς τη δομή τους αλλά όχι όμοια μέρη (Τμήματα) και με μη επαναλαμβανόμενο κεντρικό μέρος (κοινόχρηστες λειτουργίες), άρα προσομοιάζει σημαντικά προς ένα campus, έστω και σε μικρογραφία, ενώ αφετέρου έχει μέγεθος και οικοπεδική έκταση που θα επέτρεπαν την αντιμετώπισή του ως ενιαίας, έστω και ιδιαίτερα σύνθετης, κτιριακής μονάδας.

Παράλληλα, το συνολικό κτιριολογικό πρόγραμμα της Πολυτεχνικής Σχολής έχει τέτοια ποικιλία χώρων, τέτοια διαφοροποίηση επί μέρους μεγεθών και τέτοιες ανάγκες ευελιξίας και επεκτασιμότητας, που θα ήταν παράλογο να μην προτείνει κανείς ένα – δικιμασμένο για τέτοιας φύσης συγκροτήματα – οργανωτικό σύστημα διασταυρουμένων αξόνων ανάπτυξης των κτηρίων, που να επιτρέπει τη σαφή διάταξη των λειτουργιών, τις πολλαπλές σχέσεις των χώρων, την κάλυψη των λειτουργικών προδιαγραφών του προγράμματος, αλλά και την εναλλαγή κλειστών και ανοικτών χώρων, με καλές συνθήκες φωτισμού, ηλιασμού και θέας.

Το Σύστημα των Πτερύγων
Τα δύο αυτά στοιχεία, η ανάγκη για ένα σημαντικό δημόσιο χώρο και ευέλικτη οργάνωση των επί μέρους χώρων των Τμημάτων οδηγεί στον ευδιάκριτα δισυπόστατο χαρακτήρα της πρότασης. Το σύνολο των χώρων των Τμημάτων οργανώνεται σε ένα ενιαίο σύστημα πτερύγων με προσανατολισμό των χώρων στο νότο και το βορρά, με 6 κύριες στάθμες στις οποίες εντάσσονται διαδοχικά από το χαμηλότερο προς το ψηλότερο:

    1. τα ερευνητικά εργαστήρια (στάθμη -2, σε σχέση με το belvedere και 0 σε σχέση με την οδό εξυπηρέτησης στη νότια πλευρά του οικοπέδου)
    2. σε πατάρι σε σχέση με το (α), η πλειονότητα των χώρων των μεταπτυχιακών φοιτητών,
    3. τα εργαστήρια και οι λοιποί χώροι διδασκαλίας (στάθμη -1, σε σχέση με το belvedere)
    4. οι χώροι υποδοχής και διοίκησης των Τμημάτων (στάθμη του belvedere) και
      (ε) και (στ) οι χώροι των γραφείων των διδασκόντων (στάθμες +1 και +2 σε σχέση με το belvedere).

Οι χώροι αυτού συγκροτούν ένα αυστηρό ορθογωνικό σύστημα με πολλαπλές ευκαιρίες πρόσβασης και κινήσεων, οργανωμένο. έτσι ώστε. να καλύπτει το σύνολο του οικοπεδικού χώρου, προσαρμοσμένο στην υψομετρική διαφορά της βόρειας από τη νότια πλευράς του οικοπέδου και ευδιάκριτο από πλευράς υλικών με την προτεινόμενη επένδυση από μάρμαρο αλλά και το σύστημα οριζοντίων περσίδων για την ηλιοπροστασία των νοτίων πλευρών των πτερύγων. Το σύστημα αυτό εξυπηρετείται με αυτοκίνητο για τροφοδοσία τόσο κεντρικά, όσο και περιμετρικά.

Εξαίρεση στην ορθογωνική κανονικότητα αποτελούν οι απολήξεις των οροφών των χαμηλοτέρων χώρων που δημιουργούν ένα σύστημα στήριξης των υπερκειμένων πτερύγων, όπως και οι συνδετήριοι με την κεντρική ζώνη χώροι υποδοχής και διοίκησης, οι οποίοι απελευθερώνονται γεωμετρικά ώστε να “διεισδύσουν” στη ζώνη αυτή, διαμορφώνοντας τις κύριες εισόδους των Τμημάτων στο επίπεδο της κύριας ημιυπαίθριας κίνησης των πεζών.

Οι χώροι των γραφείων των διδασκόντων πάνω από το ενιαίο επίπεδο της ημιυπαίθριας κίνησης των πεζών παράγουν τρείς αναγνωρίσιμους όγκους, “σήματα κατατεθέντα” του κάθε Τμήματος διαφοροποιούμενα μεταξύ τους ανάλογα με το μέγεθος των Τμημάτων (δύο ζώνες σε δύο ορόφους για το Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, που βάσει του προγράμματος στεγάζουν και τους χώρους των μεταπτυχιακών φοιτητών σε αντίθεση με τα άλλα δύο Τμήματα, και από μία ζώνη σε επίσης δύο ορόφους για τα άλλα δύο Τμήματα) και προβάλλοντας την ισχυρά διαφοροποιημένη μορφή των συνδετηρίων χώρων.

Όλοι οι χώροι των πτερύγων οργανώνονται με βάση ένα κανονικό μετρικό σύστημα στήριξης (κάναβο) διαστάσεων 10×10μ. O κάναβος αυτός δημιουργεί μια αυστηρά δομημένη σχέση πλήρους και κενού τόσο σε κάτοψη, όσο και σε τομή, που αντιπαρατίθεται στη ρευστότητα των δημόσιων χώρων. Ο ρυθμός αυτής της σχέσης πλήρους και κενού εντάσσει και τις υπαίθριες γραμμικές αυλές στο συνολικό σύστημα των χώρων παραγωγής, ώστε, σε ένα κλίμα όπως της Κύπρου, να λειτουργούν και αυτές ως υπαίθρια “δωμάτια” παραγωγής και επεξεργασίας της γνώσης, με δεδομένη την άμεση σχέση τους με τους κλειστούς χώρους και τη δημιουργία ήσυχου περιβάλλοντος.

Ο Κεντρικός Δημόσιος Χώρος
Ουσιώδες συστατικό της πρότασης είναι ο κεντρικός δημόσιος χώρος. Ο χώρος αυτός παρακολουθεί το σύστημα των πτερύγων με το οποίο συνδέεται, στεγάζοντας τις κυριότερες δημόσιες χρήσεις αλλά και τις άλλες χρήσεις που έχουν χαρακτήρα μοναδικότητας και δεν εντάσσονται στα επί μέρους Τμήματα, με κυριότερους τους χώρους της κεντρικής διοίκησης της Σχολής που αναπτύσσονται στη νότια πλευρά του. Η δυναμική του κεντρικού δημόσιου χώρου, αντικατοπτρίζει τον πλούτο των δημοσίων χρήσεων. Ο δημόσιος αυτός χώρος συνδέεται με το αυστηρά δομημένο σύστημα των χώρων των Τμημάτων, και προτείνει μίαν εμπειρία διαφορετικών ταχυτήτων, λειτουργώντας ως ένα είδος “πυκνωτή” δράσεων.

Οι χρήσεις που εντάσσονται στην κεντρική ζώνη είναι διαδοχικά, από την υψηλότερη προς τη χαμηλότερη στάθμη, οι εξής:

    1. Το επίπεδο της ημιυπαίθριας προστατευμένης κίνησης των πεζών από το belvedere μέχρι την μεγάλη ράμπα στο νότιο τμήμα της κεντρικής ζώνης που οδηγεί στο πεζοδρόμιο της οδού εξυπηρέτησης. Το επίπεδο αυτό επικοινωνεί με τα δώματα των πτερύγων ώστε να είναι βατό το σύνολο του συγκροτήματος ενώ είναι ευδιάκριτες σε αυτό οι είσοδοι και οι χώροι υποδοχής και διοίκησης των Τμημάτων. Η οργάνωση του επιπέδου αυτού ακολουθεί στη βόρεια “είσοδο” τη χάραξη του belvedere λειτουργώντας σαν “χωνί”, ενώ η όλη χάραξη του άξονα κίνησης επιτρέπει την άμεση θέα “κάδρο” προς τον λόφο του Άρωνα.
    2. Το επίπεδο της κύριας στεγασμένης κίνησης των φοιτητών (στάθμη -1, σε σχέση με το belvedere) που ενώνει όλα τα Τμήματα με κλειστό χώρο και στο οποίο στεγάζονται κοινόχρηστες λειτουργίες, αίθουσες σεμιναρίων, κλπ. σε εναλλαγή με χώρο πρασίνου. Τα σχήματα των χώρων αυτών παρακολουθούν τη συνολική ελεύθερη γεωμετρία της κεντρικής ζώνης, ενώ κορυφώνονται στο νότιο τμήμα της ζώνης με τους χώρους της κεντρικής διοίκησης της Σχολής και το κυλικείο.
    3. Το επίπεδο των βοηθητικών χώρων και του χώρου στάθμευσης (στάθμη -2, σε σχέση με το belvedere) που καταλαμβάνουν το μεσαίο τμήμα του κεντρικού δημόσιου χώρου και διαχωρίζονται από τους δημόσιους χώρους με ζώνες βοηθητικών χώρων. Οι δημόσιοι χώροι στο επίπεδο αυτό βρίσκονται στο ανατολικό και δυτικό τμήμα του κεντρικού δημόσιου χώρου, έχουν μεγάλο ύψος με πατάρια στα οποία στεγάζονται γραφεία μεταπτυχιακών φοιτητών, επικοινωνούν οπτικά και λειτουργικά με τις άνω στάθμες και έχουν άμεση πρόσβαση στις φυτεμένες αυλές των εργαστηρίων.

Η γεωμετρία της κεντρικής ζώνης, με τις αναδιπλώσεις και τα κενά του παραγόμενου χώρου, επιτρέπουν την επικοινωνία μεταξύ των ορόφων και καθιστούν το δημόσιο αυτό χώρο, μια πλατφόρμα ανθρωπίνων επαφών και ανταλλαγής πληροφορίας. Επιπλέον η “σφήνα” πρασίνου που εισχωρεί στο χώρο, διασχίζοντας διαφορετικές στάθμες, εξισορροπεί τη σχέση φυσικού και τεχνητού περιβάλλοντος.

Βασικό χαρακτηριστικό του κεντρικού δημόσιου χώρου είναι ότι περικλείεται από ένα στοιχείο που προσομοιάζει προς μια ενιαία επιδερμίδα και το οποίο ελέγχει το μικροκλίμα της περιοχής με φυσικό τρόπο. Το στοιχείο αυτό στη λύση μας έχει αποκληθεί “Climo”, από τις λέξεις climatic modifier (κλιματικός μετατροπέας). Η ενιαία αυτή «επιδερμίδα» αποτελείται από περσίδες ύψους περίπου 2 μ., διαφορετικών κλίσεων, διατεταγμένες σε παράλληλη διάταξη, σε ύψος της τάξης των 12 μ. από το δάπεδο. Οι περσίδες αυτές επιτρέπουν τον μόνιμο ή μεταβλητό κατά περίπτωση σκιασμό των διαφόρων περιοχών του κεντρικού δημόσιου χώρου και την απαγωγή του θερμού αέρα.

Το “Climo” συνιστά από μόνο του μιαν ολοκληρωμένη χωρική εμπειρία. Οι εναλλαγές που προκαλεί το οργανωτικό pattern με τη μη ενιαία κλίση των περσίδων «στρεβλώνουν» το χώρο σε ένα μερικώς μεταβαλλόμενο “παίγνιο” φωτός και σκιάς, καθώς οι χωρικές υφές, όπως διαγράφονται στο δάπεδο, εξαρτώνται από τη θέση, την ένταση του ηλιακού φωτός, την ώρα της ημέρας αλλά και την εποχή, επηρεάζοντας αντίστοιχα και τις δραστηριότητες κίνησης και στάσης των χρηστών του συγκροτήματος. Με την έννοια αυτή ο οργανισμός αυτός στοιχειοθετεί από μόνος του μιαν ενδιαφέρουσα εγκάρσια διαδρομή της πανεπιστημιούπολης, ακόμη και για ενοίκους της που δεν ανήκουν κατ’ ανάγκην στην Πολυτεχνική Σχολή.

Μηχανική και Κτήριο
Πέραν από την ένταξη στο κτήριο εξειδικευμένων συστημάτων κλιματισμού, εξαερισμού και άλλων εξειδικευμένων ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, έχει γίνει εκτεταμένη χρήση γεωθερμίας και φωτοβολταικών επιφανειών. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στο θέμα Πολιτικής Μηχανικής καθώς το κτίριο εξωτερικεύει Αρχιτεκτονικά και Στατικά την υπόστασή του συσχετίζοντάς την με το θέμα “Κτίριο Πολυτεχνικής Σχολής” με την επεξεργασία προβολών 21 μέτρων, με την τολμηρή χωροθέτηση των αμφιθεατρικών κλιμακοστασίων, με την χρήση εφεδράνων που δίνουν την δυνατότητα μετακίνησης των κτιρίων κατά ± 20 εκατοστά.

Επίλογος
Πρόθεση των μελετητών ήταν να αναδείξουν το διπλό χαρακτήρα του Πανεπιστημίου: την αυστηρότητα στην οργάνωση και ταξινόμηση της γνώσης και την ελευθερία στην ανταλλαγή των ιδεών και στις ανθρώπινες σχέσεις. Ταυτόχρονα, ήθελαν να προβάλουν και τη σχέση ανάμεσα στα δύο, επιζητώντας τη διεύρυνση του αρχιτεκτονικού λεξιλογίου, ώστε η εφαρμογή του να παράγει νέες χωρικές προτάσεις σε όλες τις κλίμακες της σύνθεσης και ιδίως στα στοιχεία εκείνα, όπως τα συνδετήρια, που καλούνται από τη φύση τους να ασκήσουν υβριδικό ρόλο.

 

 

 

 

Πολιτικός Μηχανικός: Λοΐζος Χατζηγεωργίου, Νίκος Καλαθάς & Γιώργος Δημητριάδης
Ηλεκτρολόγος Μηχανικός: Μιτσίδης Σαμουήλ και Συνεργάτες
Μηχανολόγος Μηχανικός: Μιτσίδης Σαμουήλ και Συνεργάτες
Σύμβουλος Περιβάλλοντος: Άγις Μ. Παπαδόπουλος
Επιμετρητής Ποσοτήτων: Γ. Ροδίτης και Συνέταιροι
Σύμβουλος Ακουστικής: Πάνος Οικονόμου - Panacoustics Ltd
Σύμβουλος Ασφάλειας και Υγείας: Γιώργος Σκρούμπελος και Συνεργάτες
Σύμβουλοι Εργαστηρίων: Ευστάθιος Μπουσιάς, Νικόλας Καλογεράκης, Θεοφάνης Κιτσόπουλος
Κυρίως Εργολάβος: Α.Panayides Contracting Ltd