Α’ Βραβείο: Μουσείο Μάριος Τόκας

xx

FIORE Architects
Φλώριαν Λιάκος, Αλέξης Βισβίνης, Ειρήνη Ελένη Μαρκαντωνάτου, Μυρτώ Βενιζέλου, Όλγα Ψάρρη

 

Η πρόταση έκθεση αφορά τη μελέτη ανέγερσης του έργου “Μουσείο Μάριος Τόκας” στο Δήμο Ύψωνα. Βασικός στόχος της πρότασης είναι η ένταξη του νέου κτηρίου στον παραδοσιακό πυρήνα του οικισμού και η λειτουργία του ως ένα συνεκτικό στοιχείο εντός του, συμβάλλοντας καθοριστικά στην αναζωογόνηση της περιοχής μελέτης.

Δεδομένου ότι, η περιοχή παρέμβασης είναι ειδικού χαρακτήρα, το νέο κτηριο χωροθετείται σε συνέχεια του οικοδομικού ιστού και της οργανικής διάταξης του οικισμού. Η προτεινόμενη σύνθεση συνδιαλέγεται με το δομημένο περιβάλλον ενισχύοντας τα χαρακτηριστικά του, τα οποία είναι η παραδοσιακή κλίμακα, η συνεχής δόμηση και τα στενά περάσματα. Το μουσείο τοποθετείται στο όριο της οικοδομικής γραμμής αγκαλιάζοντας το υφιστάμενο κτήριο που διατηρείται. Παράλληλα, αποτελώντας κομμάτι της ευρύτερης ανάπλασης της περιοχής, βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση με ανοιχτούς ελεύθερους χώρους και το νέο πολιτιστικό κέντρο. Συνεπώς, η πρόταση έχει ως στόχο τη δημιουργία χώρου συγκέντρωσης και πόλου έλξης για τους κατοίκους του δήμου και της ευρύτερης περιοχής.

Ο κτιριακός όγκος του μουσείου διαμορφώνεται ως ένα πολυπρισματικό στερεό με επιλεγμένα ανοίγματα, μία σύνθεση από όγκους που κλιμακώνονται και στρέφονται ακολουθώντας την οικοδομική γραμμή και συνομιλώντας με τα γειτνιάζοντα κτίρια. Η ογκοπλασία της νέας γεωμετρίας προσδίδει μία μουσικότητα στη σύνθεση, ενώ επαναπροσδιορίζει το όριο με τους δρόμους του οικισμού δημιουργώντας νέες χωρικές ποιότητες και προοπτικές. Η εναλλαγή της προοπτικής είναι εμφανής και σε όλα τα επίπεδα στο εσωτερικό του μουσείου, όπου ακολουθείται η ίδια λογική σχεδιασμού.

Η νέα κτιριακή σύνθεση διαρθρώνεται σε δύο ενότητες, το υπόγειο και την ανωδομή. Συγκεκριμένα, η μόνιμη έκθεση του μουσείου τοποθετείται στο υπόγειο, προκειμένου να οργανωθεί σε ένα ενιαίο επίπεδο. Έτσι, δίνεται η δυνατότητα διεύρυνσης της μελλοντικής πλατείας μπροστά από το μουσείο για την απελευθέρωση των κινήσεων και την οργάνωση κοινοτικών δράσεων. Για το φωτισμό και τον αερισμό της μόνιμης έκθεσης, διαμορφώνονται δύο αίθρια τραπεζοειδούς σχήματος με φύτευση, ορατά από το επίπεδο της πλατείας. Το ένα βρίσκεται σε γειτνίαση με το υφιστάμενο κτίριο, ενώ το άλλο τοποθετείται στο κέντρο της σύνθεσης και γύρω του διαρθρώνονται οι εκθεσιακές ενότητες.

Στο χώρο του ισογείου τοποθετούνται, τα “κοινά” σε εγγύτητα με την πλατεία, ειδικότερα, η βιβλιοθήκη, η περιοδική έκθεση, η υποδοχή και το πωλητήριο. Στην πίσω πλευρά του μουσείου προς την οδό Θεσσαλονίκης και σε όλα τα επίπεδα οργανώνονται οι βοηθητικές χρήσεις. Ακόμη, στον πρώτο όροφο χωροθετούνται τα γραφεία, ενώ στο δεύτερο όροφο, το καφέ, το οποίο εκτονώνεται σε μεγάλη βεράντα προσφέροντας απρόσκοπτη θέαση προς όλο τον οικισμό.

Όσον αφορά τις υλικότητες της πρότασης, επιλέγεται η πέτρα, και συγκεκριμένα, η τραβερτίνη για την πλακόστρωση της πλατείας και για όλες τις εξωτερικές επιφάνειες του μουσείου, το οποίο θα προβάλει ως συνέχεια του δημόσιου χώρου. Η επιλογή του υλικού αποτελεί αναφορά στην ιστορική σχέση του Ύψωνα με τον οικισμό της Λόφου. Η τραβερτίνη παραπέμπει στους τοπικούς χρωματισμούς των ανεπίχριστων παραδοσιακών λιθοδομών της Λόφου, ενώ ταυτόχρονα προσδίδει διαχρονικότητα στο σύνολο της σύνθεσης.