Architect: Theoni Xanthi_ XZA Architects
with Thodoris Andrulakis
Spiros Yiotakis
Margarita Zakynthinou
Collaborator architects: Y. Andreadis _ YAP, Fereos + Associates Architects
Collaborators:
Museologist: N. Papadimitriou
Structural: D. Bosia _ AKT 2 UK, S. Efstratiadis _ Hezlliniki Meletitiki SA
Mechanical: K. Zacharios _ H-M Engineering SA
Electrical: K. Georgakopoulos _ E-M Engineering LP, Periklis Gourdouparis _ ADK SA
Environmental: B. Cimerman _ ELEMENTS-INGENIERIE, FR
Landscape: H. Pangalou
Working Team: P. Pappa, E. Orfanou, N. Keramianakis, K. Varkarolis, S. Chatzis, N. Christidou, E. Keramianaki, S. Doukas,Renderings: Fat Tony studio
Το αρχαιολογικό μουσείο είναι ένα κτίριο που προστατεύει τη μνήμη και διερμηνεύει το παρελθόν. Με αυτή την έννοια για κάθε λαό είναι ένα κτίριο ταυτότητας. Ετσι, το θεμελιώδες ερώτημα που τέθηκε είναι το πώς η αρχιτεκτονική γραφή θα συνυπήρχε χωρίς να καθυποτάσσει ή και να εξαφανίζει την ταυτότητα του κτιρίου.
Ένας δεύτερος προβληματισμός ήταν ότι καθώς τα αρχαιολογικά μουσεία πραγματεύονται το παρελθόν και το χρόνο, θέτουν το αρχετυπικό ζήτημα του μέτρου της ανθρώπινης υπόστασης, γεγονός που τα καθιστά χώρους στοχαστικούς και ενίοτε συγκινητικούς, που κινδυνεύουν όμως να να γίνουν στατικά συμβάντα, αποκομμένα από την αστική ζωή. Έχουν ανάγκη λοιπόν την εισχώρηση του ενεστώτα χρόνου, δηλαδή της ζωής που συνεχίζεται, είτε με την ανακουφιστική παρουσία της φύσης, είτε με φυγές στη ζώσα πόλη.
Η αρχιτεκτονική πρόταση προσέγγισε το περιεχόμενο της μόνιμης έκθεσης διαχωρίζοντάς το σε τρεις χωρικές και νοηματικές ενότητες. Τον Τόπο που διηγείται την Προϊστορία, από την πρώιμη κατοίκηση του νησιού μέχρι την εποχή του Λίθου και του Χαλκού, τη Θάλασσα, που αναφέρεται στη αδιάλειπτη σχέση του νησιού με το θαλάσσιο στοιχείο και τον Κόσμο που διηγείται τους Ιστορικούς χρόνους των Κυπριακών βασιλείων μέχρι τη Ρωμαϊκή εποχή και το τέλος της Αρχαιότητας.
Οι τρεις αυτές ενότητες παρήγαγαν την ιδέα των τριών διακριτών όγκων, των “θησαυρών” κατά την αρχαία ελληνική έννοια, των κτισμάτων δηλαδή που φυλάσσουν το πολύτιμο περιεχόμενο των συλλογών.
Η Τοποθεσία του μουσείου είναι ένα ενδιάμεσο ανάμεσα στις πράσινες και αστικές ζώνες της πόλης. Και έτσι το μουσείο έχει τη δυνατότητα με έναν ευρύ αστικό και περιβαλλοντικό σχεδιασμό, να λειτουργήσει ενοποιητικά και να συμβάλλει καθοριστικά στην αναδιάταξη και αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος της Λευκωσίας.
Η πρόθεσή μας για την ανάδειξη των ευρημάτων από την εκσκαφή και το παρελθόν στο φως και τον παρόντα χρόνο, οδήγησε και στην ανάδυση του μουσείου.
Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός νέου περιβάλλοντος που το συνθέτουν τρεις οριζόντιες ζώνες.
Η πάνω ζώνη με το αιωρούμενο σώμα του μουσείου,
Η ενδιάμεση ζώνη που δέχεται την πόλη και
Η ζώνη του εδάφους που παραλαμβάνει τις καθημερινές λειτουργίες.
Πρόκειται για τη νέα Στρωματογραφία του χώρου.
Η διαίρεση σε κατακόρυφες και οριζόντιες ζώνες και η πλαστική επεξεργασία του εδάφους οδήγησαν στο Μουσειολογικό, τον Αστικό και τον Λειτουργικό σχεδιασμό.
Τρεις διακριτοί όγκοι και τρία οριζόντια επίπεδα
Το επίπεδο της Πόλης, το επίπεδο του Ποταμού και το επίπεδο του Υπεδάφους
Οργανώνουν τη διάρθρωση του κτιρίου. Με τον ίδιο τρόπο αρθρώθηκε ο Βιοκλιματικός σχεδιασμός και η Στατική δομή του κτιρίου.
Οι υπερυψωμένοι όγκοι παρακολουθούν τις μακρές φυγές του περιβάλλοντος και πλάθονται για να προσαρμοστούν στο τριγωνικό οικόπεδο και στις γειτνιάσεις.
Τα διαμήκη κενά μεταξύ τους επιτρέπουν τις φυγές ανάμεσα στην πόλη και το ποτάμι.
Το βιοκλιματικό στέγαστρο ορίζει τον κενό χώρο και την είσοδο του κτιρίου.
Η υπερύψωση των όγκων επιτρέπει να ελευθερωθεί το επίπεδο του εδάφους για να διαμορφωθεί ο μεγάλος δημόσιος χώρος της πόλης.
Στο πρώτο επίπεδο το City level, μια αλληλουχία διαβαθμισμένων ποιοτήτων επιτρέπει τη βίωση του κτιρίου με διαφορετικούς τρόπους. Αρχίζει με την Κεντρική πλατεία που αναφέρεται και στο κοινοβούλιο, συνεχίζει με την υπαίθρια περιοχή της στεγασμένης εισόδου που εξελίσσεται σε ένα κατακόρυφο αίθριο. Η είσοδος ανάμεσα σε δύο αίθρια επιτρέπει τις φυγές μέχρι τη φυτεμένη πλατφόρμα των υπαίθριων εκθέσεων, που καταλήγει στο νέο πάρκο του ποταμού. Προς τη Νεχρού, ένα γραμμικό πάρκο αποτελεί το άμεσο περιβάλλον της βιβλιοθήκης και του Department of Antiquities.
Στο δεύτερο επίπεδο, το River level, μια μικρή ισόγεια πόλη συσπειρώνεται γύρω από το αίθριο του μουσείου, που εκβάλλουν το εστιατόριο, οι περιοδικές εκθέσεις και η βιβλιοθήκη. Αυτό εκτείνεται με τον δρόμο των Λειτουργών (τον πλαισιώνουν η Διοίκηση και το Dep. Of Antiquities) προς το ποτάμι. Ενώ τα Εργαστήρια σε μια πιο ήσυχη και προστατευμένη περιφέρεια με διαμπερή φυσικό φωτισμό και δικές τους μικρές ημιυπαίθριες αυλές έχουν την καθημερινότητά τους. Στο κέντρο ο εκπαιδευτικός κήπος των παιδιών. Περίπατοι και πολιτιστικές διαδρομές φτάνουν μέχρι την κοίτη του ποταμού.
Η προσβασιμότητα είναι μελετημένη τόσο από τους ποδηλατόδρομους όσο και από τα υπαίθρια και υπόγεια πάρκινγκ, ώστε απρόσκοπτα να προσεγγίζεται από τους επισκέπτες, την τροφοδοσία και της βοηθητικές υπηρεσίες εξυπηρέτησης.
Στο δώμα του μεσαίου όγκου υπάρχει το roof garden εστιατόριο που μπορεί να λειτουργεί ανεξάρτητα και είναι ταυτόχρονα το Belvedere της πόλης.
Η κατασκευή του μουσείου έρχεται να συνδυάσει την τεχνολογική ακρίβεια και την παραμετροποίηση του κελύφους με την γήινη υπόσταση της υφής και την εικόνα του πλαστικού τεχνήματος, γεγονός που καθορίζει εντελει τη μοναδικότητα της μορφικής και αισθητικής του παρουσίας.
Η στατική επίλυση απελευθερώνει τον ισόγειο χώρο από υποστυλώματα, επιτρέποντας την ελεύθερη διάταξη του ισογείου αποδίδοντας τον στην πόλη και ταυτόχρονα απελευθερώνει από υποστυλώματα τους εκθεσιακούς χώρους επιτρέποντας την άνετη και ευέλικτη διάταξη του περιεχομένου των εκθέσεων.
Ο βιοκλιματικός – ενεργειακός σχεδιασμός του κτιρίου αξιοποίησε τα κλιματικά δεδομένα με έμφαση στο φυσικό δροσισμό του κτιρίου και τη δημιουργία σκιασμένων και δροσερών χώρων στο άμεσο περιβάλλον του μουσείου, χώρων συνάντησης, ανάπαυσης και άνετης παραμονής. Το διπλό κέλυφος των όγκων , ένα φωτοβολταικό σύστημα μεγάλης αποδοτικότητας και ένα μηχανολογικό σύστημα προοδευτικής παρακολούθησης των μεταβολών του περιβάλλοντος ενίσχυσαν την ενεργειακή απόδοση.
Θελήσαμε να σχεδιάσουμε ένα κτίριο σύγχρονο και καινοτόμο που θα αποτελέσει μια αναζωογονητική χειρονομία προς την πόλη της Λευκωσίας, θα γεννήσει νέα περιβάλλοντα, θα αποδώσει ένα σημαντικό δημόσιο χώρο και ίσως με την πάροδο του χρόνου δημιουργήσει ένα νέο κέντρο εκτός των τειχών.
Η έκταση και η ογκοπλασία του Μουσείου μπορεί να φιλοξενήσει σειρά δραστηριοτήτων και πολιτιστικών εκδηλώσεων. Το μουσείο, με τις πολύτιμες συλλογές του, τον τρόπο που βιώνεται, με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του, πιστεύουμε ότι μπορεί να αποτελέσει ένα Τοπόσημο για την πόλη και για την Κύπρο.