Η ηθική της αισθητικής στην Αρχιτεκτονική

Άρθρογραφεί η Αρχιτέκτονας: Έλενα Χριστοδούλου

 

Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο η Αρχιτεκτονική στηρίζεται σε τρία βασικά προτερήματα: τη σταθερότητα ή στερεότητα, τη χρησιμότητα, και την ομορφιά, την αισθητική. Αυτές οι τρεις κατηγορίες παραμένουν μέσα στους αιώνες οι βασικοί άξονες της αρχιτεκτονικής αναζήτησης. Οι όλο και πιο απίστευτες τεχνολογίες επιτρέπουν να υλοποιούνται οικοδομήματα κάθε τύπου λύνοντας με δημιουργικό τρόπο το θέμα της στερεότητας. Η ύπαρξη λειτουργικότητας θεωρείται ολοκληρωτικά μέρος ενός καλά σχεδιασμένου χώρου που επιβάλλεται να ικανοποιεί τις ανάγκες των χρηστών, και τέλος η αισθητική, η ομορφιά, θέμα που πάντα βρίσκεται στις ευαισθησίες των ανθρώπων, που στη διαδρομή του χρόνου εκδηλώνεται με διαφορετικό τρόπο.

Η αισθητική αναζήτηση στην Αρχιτεκτονική, που διαφέρει ανάλογα με το περιβαλλοντικό και πολιτιστικό πλαίσιο, υφίσταται τεράστιες αλλαγές, περνώντας από περιόδους όπου η ομορφιά ήταν κάτι συγκεκριμένο σε περιόδους πιο πρόσφατες όπου το ωραίο είναι σχετικό, εφόσον η πληθώρα των απόψεων ισοδυναμεί με ένα γούστο πολύπλευρο. Κατά την αρχαιότητα θεωρούσαν ευχάριστο ένα αρχιτεκτονικό έργο για την αρμονική αναλογία των μερών του˙ για να θεωρηθεί ωραίο, λοιπόν, όφειλε να σεβαστεί μια συνθετική συμμετρία παρά να κάνει χρήση μιας σειράς αρχιτεκτονικών στοιχείων όπως κολόνες, τόξα και δοκίδες.

Ο Μεσαίωνας, που θεωρείται η πλέον σκοτεινή περίοδος της ιστορίας, στην πραγματικότητα άφησε μεγάλη αρχιτεκτονική κληρονομιά αφού τότε έδιναν μεγάλη σημασία στο κύρος και στον ρυθμό των κτηρίων, κυρίως των γοτθικών καθεδρικών ναών και των προστατευμένων από τείχη κάστρων. Κατά την περίοδο της Αναγέννησης, την εποχή του ανθρωποκεντρισμού, υπάρχει μια επιστροφή στο κλασικό ύφος, μελετώντας τις φόρμες των κτηρίων της αρχαιότητας. Αναζητείται μια κοινή διάλεκτος που θα μπορεί να εκφράσει τις αξίες της κοινωνίας, που τοποθετεί τον άνθρωπο στο κέντρο. Για πολλούς είναι η περίοδος όπου η Αρχιτεκτονική εκφράστηκε με τον καλύτερο τρόπο.

Κατά τον δέκατο έκτο αιώνα παρατηρείται μια κίνηση, μια αλλαγή στην Αρχιτεκτονική. Οι αυστηρές φόρμες του παρελθόντος αρκετές φορές αρχίζουν να αντικαθίστανται από καμπύλες γραμμές και ελεύθερα σχήματα. Ένα κτήριο έπρεπε να συναρπάζει, να προκαλεί θαυμασμό στον θεατή. Ο δέκατος έβδομος αιώνας θεωρείται εκείνη η ιστορική στιγμή όπου η Αρχιτεκτονική μπαίνει στη σύγχρονη εποχή και αρχίζει να εκτιμάται περισσότερο η χρησιμότητα, η λειτουργικότητα των κτηρίων απορρίπτοντας το εφήμερο. Ό,τι είναι χρήσιμο είναι και όμορφο. Η βιομηχανική ανάπτυξη προκαλεί, ακόμα και στην Αρχιτεκτονική, μια έλξη προς τα κτήρια που αντικαθιστούν σταδιακά το ενδιαφέρον και παίρνουν τη θέση που είχαν μέχρι τότε συμβολικά οι εκκλησίες, όπως εργοστάσια, βιομηχανικά και εμπορικά κτήρια, σταθμοί. Η μεγάλη επανάσταση έρχεται τον δέκατο όγδοο αιώνα με τη γέννηση της Σχολής του Σικάγου.

Παρόλο που στην Ευρώπη συνεχίζουν να συλλογίζονται με αρχιτεκτονικούς ρυθμούς, το κλασικό ύφος και την αρχαιολογική προΰπαρξη, ακόμα και μέσω της γέννησης της ανακαίνισης, στην Αμερική αρχίζουν να σχεδιάζουν τους πρώτους ουρανοξύστες. Η αρχιτεκτονική αρχίζει να ανακαλύπτει την ομορφιά των κάθετων κτηρίων που, χάρη στην ικανότητα της τεχνολογίας, φτάνουν μέχρι τον ουρανό. Η Αρχιτεκτονική του δέκατου ένατου αιώνα κάνει στροφή προς την πρωτοπορία. Τη θυμόμαστε σαν μια περίοδο γεμάτη ιστορικά συμβάντα που επικυρώνουν το μοντέρνο κίνημα και σημαντικές φιγούρες για την Αρχιτεκτονική, για τα επόμενα χρόνια, όπως ο Le Corbusier, ο Wright και ο Mies van der Rohe. Με τη νέα χιλιετία, στη σύγχρονη πλέον εποχή, φτάνουμε στην οριστική σχετικοποίηση της ομορφιάς στην Αρχιτεκτονική. Τα κτήρια ανακατασκευάζονται, σχεδιάζονται μέσα από πολύπλοκα τεχνολογικά προγράμματα, ακολουθώντας ακραίες ιδέες προερχόμενες από το περιβάλλον εργασίας ή προσωπικές προκλήσεις. Ο Αρχιτέκτονας γίνεται star και τα έργα του έχουν στόχο και σκοπό να τολμούν όλο και πιο πολύ από αισθητικής πλευράς.

Ένα οδοιπορικό μεγάλο και ποικίλο που σταδιακά μας οδήγησε στον διαχωρισμό της οικοδομικής τέχνης από την Αρχιτεκτονική. Η πρώτη προνοεί την κατασκευή κτηρίων για πρακτικούς λόγους, αλλά δεν υπολογίζει την αισθητική που είναι ολοκληρωτικά σκέλος της Αρχιτεκτονικής, η οποία έχει καθήκον να εκπλήσσει, να εντυπωσιάζει, να πλησιάζει τον άνθρωπο με στόχο να εξευγενίσει τα αισθήματά του και να τον κάνει καλύτερο. Η Αρχιτεκτονική έχει ένα ρόλο διδακτικό αφού μέσα από την αισθητική μπορεί να διδάξει, να επικοινωνήσει. Φρόνιμο θα ήταν να στοχεύσουμε και να αναδείξουμε τον ακλόνητο σύνδεσμο μεταξύ ηθικής και αισθητικής στην Αρχιτεκτονική. Φαινομενολογικά η αισθητική διάσταση ενός αρχιτεκτονικού έργου έχει να κάνει με τη συναισθηματική εμπειρία του χώρου που προϋποθέτει ότι ο τόπος είναι το στοιχείο της πορείας μας, της ύπαρξής μας στη γη, δηλαδή της απαρασάλευτης κατάστασης του ήθους μας.

Ο Αρχιτέκτονας αντιμετωπίζει σήμερα μια κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η σχέση του ανθρώπου με τον χώρο στον οποίο κατοικεί πάνω στη γη. Δεν μπορεί ο άνθρωπος να αγνοήσει τo αποτέλεσμα του διαχωρισμού του υποκείμενου από το αντικείμενο. Οι βασικές προσεγγίσεις της σύγχρονης Αρχιτεκτονικής αναπαράγουν αυτόν τον διαχωρισμό σαν μια προκατάληψη ενάντια στον ορθολογισμό που αρνείται να λάβει υπόψη το γεγονός ότι οι ζωτικοί χώροι είναι χρονικά η συνάντηση των αισθήσεων με τη λογική.

Η σχέση μεταξύ ομορφιάς και χρησιμότητας στην Αρχιτεκτονική εμφανίζεται πιο πολύπλοκη στο παρόν απ’ ό,τι στο παρελθόν. Στη σύγχρονη κουλτούρα εκδηλώνεται ένας αξιοπερίεργος ανταγωνισμός ανάμεσά τους, όσο περισσότερο κρύβουμε και αρνιόμαστε εντελώς τη διάσταση της χρησιμότητας του αρχιτεκτονικού έργου τόσο δίνουμε τη δυνατότητα να αυξήσουμε τη διάσταση της αισθητικής του. Ωστόσο ένα αρχιτεκτόνημα είναι χρήσιμο στις ανθρώπινες ανάγκες και ειδικά σε αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ιδανική ανθρώπινη διάσταση. Ένα αρχιτεκτονικό έργο μπορεί να είναι ωραίο αν η αισθητική του διάσταση επιβεβαιώνει και δεν αρνείται τη χρησιμότητά του.