Ιωάννης Αγησιλάου και Γεώργιος Καλαβάς, Αρχιτέκτονες
Κρατικό Βραβείο Αρχιτεκτονικής 2016 – Κατηγορία Α΄ – Αξιόλογο Αρχιτεκτονικό Έργο
Δεδομένα τεμαχίου, κτιριολογικό πρόγραμμα, περιορισμοί και δεσμεύσεις:
Το οικόπεδο βρίσκεται στην Έγκωμη, σε καθαρά οικιστική περιοχή (Ζώνη Κα6), με τους εξής οικοδομικούς περιορισμούς:
Συντελεστής Δόμησης: 90%
Συντελεστής Κάλυψης: 50%
Αριθμός ορόφων: 2
Ανώτατο ύψος: 8,30μ.
Κόστος: €380.000
Κατασκευή: Ιούλιος 2014 – Δεκέμβριος 2015
Το οικόπεδο ανήκει σε δύο αδερφές, από τις οποίες η μία αποφάσισε να κτίσει εδώ το σπίτι της για να κατοικίσει με την οικογένειά της (παντρεμένη με ένα παιδί και προγραμματισμός για δεύτερο παιδί). Οι απαιτήσεις του εργοδότη ήταν για μια κατοικία τριών υπνοδωματίων και πέραν των βασικών χώρων, υπόγειους βοηθητικούς χώρους, πισίνα, πρόνοια για ανελκυστήρα. Ως αρχιτέκτονες, πέραν από την ικανοποίηση των άμεσων αναγκών του χρήστη και του κτιριολογικού προγράμματος, θέσαμε εξαρχής τις εξής προκλήσεις και ζητούμενα που έπρεπε να απαντηθούν:
- Το κτίριο να ανταποκρίνεται σε κριτήρια βιοκλιματικά, με εξασφάλιση φυσικού φωτισμού, αερισμού, ηλιασμού τον χειμώνα, σκίαση για το καλοκαίρι, πολύ καλή θερμομόνωση όσον αφορά το εξωτερικό κέλυφος (τοιχοποιία, οροφή, ανοίγματα / υαλοστάσια), χειρισμός των ανοιγμάτων (κατανομή, μέγεθος, σκίαση ανάλογα με τον προσανατολισμό). Ο παράγοντας αυτός παρουσίαζε ξεχωριστή δυσκολία στη συγκεκριμένη περίπτωση, λόγω του ότι ο “καλός προσανατολισμός” (νότιος) βρίσκεται προς την πλευρά της “τυφλής όψης”, που εφάπτεται με το άλλο μισό του οικοπέδου (το τμήμα του τεμαχίου για την καθεμιά προέκυψε με κλήρωση).
- Εξασφάλιση του μέγιστου δυνατού υπαίθριου χώρου και αυλής, αξιοποιώντας στο έπακρο το σύνολο του διαθέσιμου χώρου, έτσι ώστε, όχι μόνο να μην παραμένει ανεκμετάλλευτος ή αναξιοποίητος χώρος, αλλά να υπάρχει αλληλοπεριχώρηση και διάχυση των ορίων τους (κλειστού – ημιϋπαίθριου – αυλής).
- Χειρισμός της “τυφλής όψης» του κτιρίου, ώστε αυτή να παρουσιάζει ενδιαφέρον, όσο διάστημα το άλλο μισό του οικοπέδου παραμένει αδόμητο.
- Σχεδιαστική και κατασκευαστική συνέπεια, έτσι ώστε, η μορφή να προκύπτει μέσα από ανάγκες λειτουργικές, βιοκλιματικές, κατασκευαστικές.
- Αξιοποίηση της κλίσης και της μορφολογίας του εδάφους.
ΠΡΟΤΑΣΗ
- Έχοντας ως βασικό περιορισμό τον “δυσμενή προσανατολισμό” του διαθέσιμου προς δόμηση τμήματος του τεμαχίου, με τον νότο να είναι κλειστός και να αποτελεί την “τυφλή όψη” του κτιρίου (ο εφαπτόμενος τοίχος με το μελλοντικό γειτονικό κτίριο), η εξασφάλιση του άπλετου φυσικού φωτισμού και κυρίως ηλιασμού των χώρων γίνεται από την «τέταρτη όψη» (προς τα άνω), αλλά και με υποχώρηση των βασικών χώρων της κατοικίας πιο πίσω από την τυφλή όψη, και τη δημιουργία φεγγιτών και ανοιγμάτων στον νότο. Επίσης, το γυάλινο, βατό δάπεδο στο αίθριο του ορόφου εξασφαλίζει άπλετο φυσικό φωτισμό και ηλιασμό για τους χώρους στο ισόγειο κατά τους χειμερινούς μήνες, με δυνατότητα ηλιοπροστασίας κατά τους θερινούς μήνες (κινητές περσίδες από αλουμίνιο, που δίνουν τη δυνατότητα κάλυψης του αιθρίου). Οι δε φεγγίτες και η μπαλκονόπορτα στο αίθριο του ορόφου, σε συνδυασμό με τους ενιαίους χώρους του ισογείου και το κενό του κλιμακοστασίου συμβάλλουν τα μέγιστα στον φυσικό αερισμό και δροσισμό των χώρων κατά τις βραδινές ώρες (φαινόμενο της καμινάδας).
- Ο διαθέσιμος υπαίθριος χώρος αξιοποιείται στον μέγιστο δυνατό βαθμό, καθότι επιτελεί πολλαπλό ρόλο: υπόστεγη βεράντα και αυλή ταυτόχρονα σε συνέχεια με τον εσωτερικό χώρο και το καθιστικό. Το σύνορο στο πίσω μέρος της πισίνας διαμορφώνεται ως «πράσινος τοίχος» ή «κατακόρυφος κήπος» σε συνέχεια με το νερό και το ξύλινο κατάστρωμα. Το στοιχείο αυτό εξασφαλίζει την απαραίτητη ιδιωτικότητα για τους ενοίκους, με τη δημιουργία ενός τύπου «κλειστής αυλής» ή αιθρίου, και την παροχή, ταυτόχρονα, σκίασης από τον ανεπιθύμητο δυτικό ήλιο του καλοκαιριού. Το δε αίθριο στον όροφο με τις κινητές περσίδες και το ξύλινο κατάστρωμα «σπάζει» τον επιμήκη όγκο στα δύο και λειτουργεί ως μια δεύτερη ιδιωτική αυλή για τα υπνοδωμάτια στον όροφο, εξασφαλίζοντας φυσικό φωτισμό, αερισμό και ηλιασμό των χώρων.
- Η «τυφλή όψη» του κτιρίου – που για το παρόν στάδιο είναι και αυτή που προβάλλει περισσότερο μαζί με την πρόσοψη – λαμβάνεται υπ’ όψιν και αντιμετωπίζεται ως μια από τις όψεις του κτιρίου, με την υποχώρηση των βασικών χώρων και την «πλαστική» αντιμετώπισή της (δοκίδες, ανοίγματα, υαλότουβλα).
- Η ανάγκη για ηλιοπροστασία των δύο βασικών όψεων (ανατολικής και δυτικής) του στενομέτωπου κτιρίου, εξασφαλίζεται με σκιάδια από περσίδες αλουμινίου στη δύση και λεπτές δοκίδες αλουμινίου στην ανατολή, που λειτουργούν ως φίλτρα για τον ενοχλητικό δυτικό και ανατολικό ήλιο αντίστοιχα και εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την ιδιωτικότητα για τους εσωτερικούς χώρους. Οι δε δοκίδες στην ανατολή λειτουργούν και ως «κιγκλίδωμα» για το μπαλκόνι / βεράντα του ορόφου. Ταυτόχρονα, η ανάγκη αυτή αξιοποιείται συνθετικά, συμβάλλοντας και καθορίζοντας την αισθητική ταυτότητα του κτιρίου (εξωτερικό φίλτρο – υποχώρηση – εσωτερικός όγκος) και την έντονη διαφοροποίησή του την ημέρα και τη νύχτα. Γενικότερα, η αισθητική του κτιρίου προκύπτει καθαρά μέσα από την ογκοπλασία, την αξιοποίηση του φυσικού φωτισμού (κατά τρόπο αντισυμβατικό), το παιχνίδι του φωτός με τη σκιά, την πλαστικότητα των εσωτερικών χώρων, τη χρήση των υλικών και των χρωμάτων, τον μελετημένο τεχνικό φωτισμό.
- Όσον αφορά το ισόγειο και τους χώρους διημέρευσης, με την αξιοποίηση των κλίσεων του εδάφους και της σημαντικής υψομετρικής διαφοράς από τον δρόμο προς το πίσω σύνορο του τεμαχίου, διαμορφώνεται ως ένας ενιαίος, πολυεπίπεδος και πολυλειτουργικός χώρος, με πολλαπλές και διαφορετικές χωρικές εντυπώσεις. Οι απαραίτητες λειτουργικές ενότητες εξασφαλίζονται με καθαρά αρχιτεκτονικούς και συνθετικούς χειρισμούς. Αξιομνημόνευτο ίσως να είναι και το γεγονός ότι, με το μικρό “αίθριο” του υπογείου (κάτω από τη γέφυρα εισόδου) και την υποχώρηση της αυλής στα βόρεια εξασφαλίζεται φυσικός φωτισμός και αερισμός και για το υπόγειο.