Μουσείο “Θάλασσα” στην Αγία Νάπα

27032015diagonismos2_1

Ζήνων και Χριστίνα Σιερεπελή, Αρχιτέκτονες

 

Το έργο, που ολοκληρώθηκε το Νοέμβριο του 2013, είναι το έμμεσο αποτέλεσμα της μελέτης που κέρδισε το Α’ Βραβείο στον Παγκύπριο Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό ο οποίος ζητούσε ένα μουσείο με τέσσερεις, διαφορετικού περιεχομένου χώρους. Στο στάδιο της υλοποίησης της οριστικής μελέτης το αρχικό πρόγραμμα εγκαταλείφθηκε, για να δώσει τη θέση του σε ένα νέο, που ως ζητούμενο είχε τη μόνιμη φιλοξενία του πρώτου αντίγραφου του ναυαγίου της Κερύνειας, δηλαδή του Κερύνεια ΙΙ. Η απαίτηση του αγωνοθέτη για αξιοποίηση της αρχικής μελέτης λειτούργησε ως πρόκληση για τη νέα πρόταση, η οποία έπρεπε να ικανοποιήσει απο τη μια τις νέες, διαφορετικές ανάγκες σε χώρους, και απο την άλλη να κρατήσει τουλάχιστο το αρχικό εξωτερικό κέλυφος του κτηρίου, καθώς και τις βασικές συνθετικές αρχές που το χαρακτήριζαν.

Η αναζήτηση μιας νέας κεντρικής ιδέας ήταν επιβεβλημένη, έστω και υπό τους πιο πάνω περιορισμούς. Έτσι, μετά από έναν πρώτο έλεγχο, που είχε να κάνει περισσότερο με παραμέτρους μεγεθών ώστε να χωρέσει το καράβι, αποφασίστηκε η απελευθέρωση ολόκληρου του εσωτερικού χώρου από κάθε οριζόντιο ή καακόρυφο στοιχείο. Η ιδιοτυπία της αρχικής μελέτης, που χωροθετούσε την αρχή της περιήγησης στον όροφο, υπήρξε ανεκτίμητο πλεονέκτημα για τη νέα ιδέα, που σκοπό είχε να προκαλέσει μία σίθηση βυθού. Η ουσία της νέας κεντρικής ιδέας συνίσταται στην ταύτιση του επισκέπτη με το δύτη, και πιο συγκεκριμένα με τον αξέχαστο Καριόλου και την εμπειρία του να ανακαλύψει το ναυάγιο κολυμπώντας στα ανοιχτά της Κερύνειας.

Κατά τον ίδιο τρόπο, από ψηλά, ανακαλύπτει λοιπόν ο επισκέπτης το καράβι στο βάθος του βυθού του Μουσείου. Η πρώτη εικόνα είναι καθοριστική, γιατί είναι πλήρης. Η θέα του καραβιού, αλλά και ολόκληρου του χώρου της έκθεσης, είναι πανοπτική. Μία ανοικτή θάλασσα το όλο αφού από το σημείο αυτό αντιλαμβάνεσαι αμέσως όλο το βάθος, ύψος και πλάτος του χώρου, καθώς και κάθε του λεπτομέρεια. Από εδώ αρχίζει η κατάδυση, μια καθοδική πορεία σπειροειδής, όπου η κιναισθητική εμπειρία εντείνεται από τα διάφορα σημεία στάσης – θέασης. Σκάλες, ράμπες, πλατύσκαλα, ραμπόσκαλες και ανισοϋψή επίπεδα αποτελούν τα μέσα αυτής της εμπειρίας. Τα υλικά και ο φωτισμός συμμετέχουν σ’αυτό το συλλειτουργό. Το τραβερτίνο που τόφαγε η αλμύρα της θάλασσας, το ξύλο, το φιλικότερο των υδάτων υλικό, η διαφάνεια του όνυχα που παραπέμπει στις αντανακλάσεις των υγρών στοιχείων και άλλες λεπτομέρειες είναι όλα ενταγμένα σε μια ενιαία αίσθηση, του βυθού.

Η οροφή, που αποτελείται από μια ενιαία επιφάνεια πολυκαρπονικών φύλλων με διαφορετικούς συντελεστές φωτεινής διάχυσης είναι εντελώς απαλλαγμένη από κάθε άλλο αρχιτεκτονικό, μηχανολογικό ή ηλεκτρολογικό στοιχείο. Περίπου 6000 ελεύθερες οπτικές ίνες πάνω από τα πολυκαρμπονικά σκοπό έχουν να υποβάλουν μιαν αίσθηση υποθαλάσσιας εμπειρίας Η ανάγνωση του τόπου είναι πρωταρχικής σημασίας για κάθε αρχιτεκτονική. Από την επιτυχία σύνδεσης με την τοπογραφία του γηπέδου εξαρτάται μέγα μέρος όχι μόνο της αρχιτεκτονικής, αλλά και της αστικής σύνθεσης. Τρία είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του γηπέδου που επέδρασαν στη διαμόρφωση της κεντρικής ιδέας. Το ότι αποτελεί σταυροδρόμι στον πολεοδομικό ιστό της Αγίας Νάπας, το ότι γετνιάζει στη μια πλευρά με οικιστική περιοχή και στην άλλη με δημόσια και το ότι είναι ελαφρώς βυθισμένο σε σχέση με τον κύριο άξονα κυκλοφορίας, που βρίσκεται στα βόρεια.

Η κεντρική ιδέα προέκυψε φυσιολογικά από την πρώτη επαφή με το χώρο. Γενετικό στοιχείο της το βύθισμα και οι συγκλίνουσες πορείες. Να βρέχει, και ένα ανθρώπινο ποτάμι να ρέει μέσα και έξω από το κτήριο. Στο σημείο εστίασης των κινήσεων, η στοά της εισόδου. Ο κύριος δρόμος στα βόρεια, το παλιό σχολείο, το οικιστικό ημικύκλιο νοτιοδυτικά επέβαλαν ως πρώτη επιλογή τη χωροθέτηση του μουσειακού όγκου κατά το μήκος της νότιας πλευράς του γηπέδου. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζονται πλεονεκτήματα όπως: Χωροθέτηση της κεντρικής αυλής – πλατείας προ την πλευρά του δημοσίου, απόκρυψη χώρων στάθμευσης, πλάτη προς την οικιστική περιοχή, διατήρηση της ετερότητας του παλιού σχολείου. Μια μεγάλη φιλική αγκαλιά φιλοδοξεί να είναι το όλο κτήριο. Απο ένα ομαλό βύθισμα στη γη, που λειτουργεί ως στοά και γέφυρα μαζί, αρχίζει το ταξίδι, που μέσα από ένα αφηγηματικό σενάριο χωρικών αναφορών σε συνεχή πορεία φανερώνει τα κύρια γνωρίσματα της αρχιτεκτονικής σύνθεσης.

 

  • Κρατικό Βραβείο Αρχιτεκτονικής 2010 – Βραβείο – Έργο Τοπικής Αρχής
  • Υποψήψιο Έργο Mies van der Rohe Award 2005
  • A’ Βραβείο Αρχιτεκτονικού Διαγωνισμού