Πολιτιστικό Χωριό Λέμπας

Έπαινος - Κατηγορία Γ’ Επανάχρηση

Αρχιτέκτονες: Σπύρος Θ. Σπύρου, Χάρης Χριστοδούλου, Χάρης Σολωμού

 

Το Πολιτιστικό Χωριό Λέμπας, ένα σύμπλεγμα εργαστηρίων τέχνης, ζωγραφικής και κεραμικής, μαζί με ξενώνες φιλοξενίας, ξεκίνησε να κατασκευάζεται τον Φεβρουάριο του 2022 και ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2024. Αποτελεί την υλοποίηση του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού που πραγματοποιήθηκε υπό την διεύθυνση των Πολιτιστικών Υπηρεσιών του ΥΠΑΑΝ και αφορούσε την αναβάθμιση και επέκταση των εγκαταστάσεων του τότε Κολλεγίου Τέχνης που είχε ιδρύσει παλαιότερα ο καλλιτέχνης Στας Παράσκος. Ιδιοκτήτης του έργου είναι το Υφυπουργείο Πολιστισμού.

Λόγω της φυσιογνωμίας των υφιστάμενων κτιρίων και του χωριού, ο αγωνοθέτης καλούσε τους αρχιτέκτονες για τη Διαμόρφωση του “Πολιτιστικού Χωριού Λέμπας” να προτείνουν κατασκευές που να συνδιαλέγονται αρμονικά με το κτιστό περιβάλλον γύρων τους. Η πρόταση μας, η οποία απέσπασε το Α΄ Βραβείο ανάμεσα σε 40 συμμετοχές, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην έννοια του “χωριού” που περιλαμβάνεται στον τίτλο του έργου.

Το κυπριακό χωριό διακρίνεται από ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στη σχέση του μέσα με το έξω, την κλίμακα, τα υλικά, την ένταξη στο τοπίο. Το νέο κτιριακό συγκρότημα εμπνέεται από αυτά τα στοιχεία και τα ανασυνθέτει με σύγχρονο αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο, για τη δημιουργία ενός νέου πολιτιστικού τοπίου με τοπικά χαρακτηριστικά. Πορείες, ημι-υπαίθριοι χώροι, περίκλειστες αυλές, πλατώματα και ανισόπεδες δώμες, διαμορφώνουν ένα οικείο περιβάλλον στον ιστό του χωριού και ταυτόχρονα παρέχουν τις προϋποθέσεις για συναντήσεις και ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των “κατοίκων” του χωριού.

Το σύμπλεγμα αναπτύσσεται σε δυο ξεχωριστά τεμάχια γης, σε πολύ κοντινή απόσταση. Στο ένα εκ των δυο διαμορφώσαμε την “Γειτονιά της Δημιουργίας”, όπου στεγάζονται τα μεγάλα εργαστήρια ζωγραφικής και κεραμικής, τα στούντιο των καλλιτεχνών και τα γραφεία της διοίκησης. Στο δεύτερο διαμορφώσαμε την “Γειτονιά της Φιλοξενίας”, όπου στεγάζονται οι ξενώνες για μαθητές και καλλιτέχνες, καθώς και οι χώροι εστίασης.

Η χωρική οργάνωση ενθαρρύνει την αλληλεπίδραση μεταξύ των διαφορετικών εργαστηρίων αλλά και των χρηστών μεταξύ τους, που ενισχύεται μέσω κοινών αυλών στις οποίες ανοίγονται οι χώροι εικαστικής εκπαίδευσης και δημιουργίας. Η ευελιξία στη διαμόρφωση των χώρων και στη σχέση τους με τους ημι-υπαίθριους και υπαίθριους χώρους, ευνοεί την οργάνωση πολιτιστικών δρώμενων τοπικού αλλά και υπερτοπικού χαρακτήρα, παρέχοντας αφορμές για επαφή με την τοπική κοινότητα ή την κυπριακή κοινωνία.

Η αρχιτεκτονική έκφραση των νέων χώρων συνδιαλέγεται με τα υφιστάμενα κτίρια παραδοσιακού χαρακτήρα. Οι κεκλιμένες μεταλλικές πτυχωτές οροφές των νέων εργαστηρίων αντηχούν τις δίριχτες στέγες με κεραμίδια, τα κατακόρυφα ξύλινα κουφώματα στους ξενώνες, στέκουν πλάι στα ψηλόλιγνα παράθυρα των διατηρητέων, η πέτρα που αποκαλύπτεται στα παλιά κτίρια συναντάται και στις υπαίθριες διαδρομές ανάμεσα στα κτίρια. Το ξύλο, το μέταλλο, η πέτρα, υλικά που χρησιμοποιήθηκαν από καλλιτέχνες σε έργα τους σε εκείνο τον τόπο για χρόνια, αποτελούν πλέον αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητας του τόπου. Με αυτό το σκεπτικό και λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη το ζητούμενο του αγωνοθέτη για αναστρέψιμες κατασκευές, λόγω του ότι τα τεμάχια γης βρίσκονται υπό την κηδεμονία της Υπηρεσίας Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, τα νέα κτίρια, ως μια σύγχρονη αναλογία αυτών των προηγούμενων κατασκευών, μνημονεύουν το εφήμερο, το ευμετάβλητο και το αυθόρμητο.