πολύ-κατοικία στην πόλη

P3

ΝΟΑ architects: Σπύρος Θ. Σπύρου, Χάρης Χριστοδούλου

 

Τις τελευταίες δεκαετίες η τυπολογία της πολυκατοικίας αντικαθιστά αυτήν της μονοκατοικίας, στα αστικά κέντρα της Κύπρου, σχεδόν καθολικά, ως αποτέλεσμα των διαρκών κοινωνικό-οικονομικών μεταβολών. Η πόλεις πυκνώνουν, οι πολίτες συμβιώνουν. Την ώρα που αυτή η μετάλλαξη είναι σε εξέλιξη, η ζήτηση για στέγαση τόσο σε διαμερίσματα, όσο και σε οικίες εξακολουθεί να είναι υψηλή, ιδιαίτερα κοντά στα αστικά κέντρα.

Στο εν λόγω έργο αυτοί οι δύο τύποι κατοίκησης συμβιώνουν, αποτυπώνοντας έτσι την εποχή της μετάβασης που διανύουμε. Μια διώροφη κατοικία με ανεξάρτητη είσοδο και αυλή διαμορφώνεται στο μισό οικόπεδο. Δίπλα και πάνω από την οικία διαμορφώνονται πέντε διαμερίσματα διαφορετικών τύπων. Η κεντρική είσοδος και η κατακόρυφη διακίνηση τοποθετούνται κεντρικά. Στο τμήμα του ισογείου που μένει ελεύθερο διαμορφώνονται οι χώροι στάθμευσης. Στο δώμα, μια κοινόχρηστη πισίνα με υπαίθρια ντους και ένα μπαρ διαμορφώνουν ένα συλλογικό χώρο αναψυχής, ένα χώρο αλληλεπίδρασης για όλους τους ενοίκους.

Η μορφή του κτηρίου σηματοδοτεί και προβάλει προς τα έξω τη συνύπαρξη των δύο διαφορετικών τύπων κατοίκησης. Η οικία διαμορφώνεται ως μια συμπαγής διώροφη μονάδα με κατακόρυφα ανοίγματα πάνω στον βαμμένο γκρίζο όγκο. Το υπόλοιπο σύνολο ορίζεται από ένα συνεχές λευκό κέλυφος, που αγκαλιάζει τα διαμερίσματα του συγκροτήματος. Αυτό το αρχιτεκτονικό στοιχείο με τετράγωνα ανοίγματα – πλαίσια εμπεριέχει, τόσο τους εσωτερικούς χώρους, όσο και τους εξώστες (καλυμμένες βεράντες), προσδίδοντας μια αίσθηση προστασίας γύρω από τις πτυχές της οικιστικής ζωής. Ανοίγματα διαφορετικών μεγεθών, πλαισιωμένα από χρωματιστές μεταλλικές λάμες, παρέχουν στα διαμερίσματα οπτικές του εξωτερικού περίγυρου, ενώ ταυτόχρονα λειτουργούν ως κάδρα μέσα στα οποία εκτίθενται προς την πόλη, στιγμιότυπα της ιδιωτικής ζωής.

Το τμήμα του κελύφους που αιωρείται προβολικά στη βορεινή κύρια όψη, πέρα από τα όρια των βεραντών, προσδίδει μια ιδιαίτερη ταυτότητα στο έργο, ενώ ταυτόχρονα ρυθμίζει την εισδοχή του φυσικού φωτισμού και αερισμού πολυποίκιλα, ανάλογα με την εποχή του χρόνου και την ώρα της μέρας, ορίζοντας έτσι, ένα μικρόκοσμο με το δικό του μικροκλίμα. Κοιτώντας από το εσωτερικό του κτηρίου προς τα έξω, οι ένοικοι βλέπουν τα φυτεμένα παρτέρια στις βεράντες των διαμερισμάτων, μπροστά από το ανυψωμένο περιτοίχισμα που προστατεύει την ιδιωτική τους ζωή. Η πολύ-κατοικία, εν τέλει, συνθέτει μια υβριδική τυπολογία που ανταποκρίνεται στις σύνθετες ανάγκες του παρόντος, ενώ την ίδια στιγμή επαναπροσδιορίζει την έννοια της κατοίκησης και της συν-κατοίκησης στην πόλη.